Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

Σκόντα Αναστασία "Κούλα, η πονεμένη ιστορία!!!"

Κούλα, η πονεμένη ιστορία!!!
 
Κεφάλαιο 1ο
 
Λίγα λόγια για την Κούλα
 
Η Κούλα ήταν ένα κορίτσι 17 χρονών και ζούσε στην πόλη των Γιαννιτσών. Πήγαινε γυμνάσιο ακόμα επειδή είχε μείνει σε 2 τάξεις. Ακόμα της άρεσε να βλέπει ταινίες του Χάρι Πότερ και αν και είναι περίεργο είχε διαβάσει όλα τα βιβλία της σειράς.
 Οι γονείς της, δύο καταπληκτικοί άνθρωποι, δούλευαν ώρες ατελείωτες για να μπορούν και να εξασφαλίζουν τα απαραίτητα, εφόσον η Κούλα σπαταλούσε χρήματα συνέχεια σε καινούρια ρούχα και παπούτσια. Όσες φορές και να την είχαν μαλώσει αυτή απλά τους αγνοούσε. Οι γονείς της είχαν καταλάβει ότι δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι άλλο και γι’ αυτό ήλπιζαν πως κάποια μέρα η Κούλα θα καταλάβαινε  ότι ήταν πολυέξοδη και όταν αποκτούσε οικογένεια θα σταματούσε το ,όπως το έλεγε, shopping therapy.  
 Επίσης η Κούλα είχε ένα όνειρο, να γίνει δασκάλα. Όλοι φυσικά την κορόιδευαν λέγοντας της πως κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Εκείνη όμως δεν το έβαζε κάτω και επιδίωκε κάποια μέρα να μπει σε αίθουσα σχολείου όχι ως μαθήτρια αλλά ως εκπαιδευτικός.


 
Κεφάλαιο 2ο
 
Οι διακοπές της Κούλας
 
Ήταν καλοκαίρι και η Κούλα, εφόσον της το επέτρεψαν οι γονείς της, είχε κανονίσει να επισκεφτεί με τις φίλες της ένα από τα ωραιότερα  νησιά του Ιονίου, τη Ζάκυνθο. Ήταν κατενθουσιασμένη με αυτές τις διακοπές επειδή ήταν η πρώτη φορά που θα πήγαινε διακοπές με τις φίλες της.
Οι διακοπές της ξεκίνησαν τον Αύγουστο. Είχε ετοιμάσει  από την προηγούμενη  μέρα την βαλίτσα της και αισθανόταν πως αυτό το καλοκαίρι θα συνέβαινε κάτι το διαφορετικό, κάτι που θα σημάδευε τη ζωή της και θα δεν θα το ξεχνούσε ποτέ.
Το πρωί στις 2 Αυγούστου η Κούλα συναντήθηκε με τις φίλες της στο Κτελ. Είχαν συνεννοηθεί με ένα τουριστικό γραφείο να τις μεταφέρει στη Ζάκυνθο. Όταν έβαλαν όλες τις βαλίτσες τους στη μπαγκαζιέρα  του λεωφορείου επιβιβάστηκαν και ήταν έτοιμες να ζήσουν μια εμπειρία που νιώθεις για πρώτη φορά όταν πας διακοπές με τους φίλους σου.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού η Κούλα συζητούσε με τις φίλες της για το τι θα έκαναν όταν θα επισκέπτονταν τη Ζάκυνθο. Αν και υπήρχαν διαφωνίες στο ποιες παραλίες θα επισκέπτονταν τελικά κατέληξαν να επισκεφτούν  τη παραλία του Λαγανά όπου εμφανίζονταν οι θαλάσσιες χελώνες καρέτα καρέτα, το Ναυάγιο με τα γαλαζοπράσινα νερά και τις λευκές πέτρες και τον Μακρύ Γιαλό. Οι μέρες που θα κάθονταν στη Ζάκυνθο ήταν μόνο πέντε και έτσι δεν είχαν πολλές επιλογές. Ήθελαν να επισκεφτούν τα πιο ωραία μέρη αυτού του νησιού,  μέρη για τα οποία είχαν ακούσει καλά λόγια.
Αρχικά πέρασαν τον νομό Πέλλας και βρέθηκαν στον νομό Κοζάνης. Μετά από αρκετές ώρες έφτασαν στην Πελοπόννησο και από εκεί πήραν το πλοίο για να περάσουν στην απέναντι όχθη.
Αφού επιβιβάστηκαν στο πλοίο κάθισαν στην πλώρη του πλοίου. Ένα αεράκι ανακάτευε τα μαλλιά της Κούλας και αυτή χαρούμενη έβγαζε φωτογραφίες τις φίλες της και το γαλάζιο τοπίο που επικρατούσε γύρω της.
Μετά από μία ώρα σχεδόν κατέβηκαν από το πλοίο και ανακουφίστηκαν που έφτασαν σώες και αβλαβείς. Όταν παρέλαβαν τις αποσκευές τους πήραν ένα από τα πολλά ταξί που καρτερούσαν με ανυπομονησία να μεταφέρουν τουρίστες.
Το ξενοδοχείο στο οποίο είχαν κάνει κράτηση βρισκόταν στην Δροσιά. Έτσι μετά από λίγη ώρα το ταξί τους είχε μεταφέρει εκεί .
Η Κούλα όταν μπήκε στο ξενοδοχείο χάρηκε. Όσο περνούσε η ώρα όλο και περισσότερο ανυπομονούσε να ανακαλύψει τις ομορφιές του νησιού αλλά και να πραγματοποιήσει όλα εκείνα τα σχέδια που είχε κάνει με τις φίλες της.
Όταν μπήκαν στο δωμάτιο η Κούλα ξάπλωσε στο κρεβάτι και παρότρυνε τις φίλες της να κάνουν το ίδιο. Στη συνέχεια κοιμήθηκε επειδή ήδη ήταν βράδυ και αυτή εξαντλημένη. Την επομένη θα επισκέπτονταν την παραλία του Μακρύ Γιαλού.
Ένα χτύπημα από ξυπνητήρι και μετά μια χαρούμενη φωνή που φώναζε ‘’Ξυπνήστε!’’ χαρακτήριζαν το επόμενο πρωί. Η Κούλα αρχικά τρόμαξε αλλά μετά συνειδητοποίησε τι είχε συμβεί και έτσι σηκώθηκε από το κρεβάτι.
-Βγείτε από το μπάνιο όλες! είπε η Κούλα και με μια αστραπιαία κίνηση πήρε το μαγιό της και κατευθύνθηκε στο μπάνιο.
Έτσι ετοιμάστηκε και ακολούθησε τις φίλες της που είχαν κατέβει ήδη στην αίθουσα όπου σερβιριζόταν το πρωινό. Αφού πήρε ένα δίσκο και έβαλε το πρωινό της κάθισε στο τραπέζι και είπε:
-Λοιπόν είστε έτοιμες; Σήμερα είναι η πρώτη μέρα που θα πάμε σε μια παραλία μόνες, χωρίς γονείς.
Και τότε όλες αναφώνησαν με μία φωνή:
-Ναιιιιιιιιιιιιι!!!!!!
Έπειτα πήραν όλες μαζί πρωινό και συζήτησαν τι θα έκαναν!
Για τη μεταφορά τους στην πόλη είχαν νοικιάσει ένα μικρό αυτοκίνητο, το οποίο θα το οδηγούσε η μεγαλύτερη της παρέας. Η Κούλα κρατούσε έναν τοπικό χάρτη και έδινε οδηγίες:
-Στρίψε δεξιά! Όχι όχι αριστερά και μετά δεξιά! και όλες γελούσαν.
Τελικά μετά κόπων και βασάνων έφτασαν στον Μακρύ Γιαλό. Η Κούλα κρατώντας ένα στρώμα θαλάσσης και μια ψάθα έτρεξε στην παραλία που ήταν γεμάτη πέτρες, όπως άλλωστε και όλες οι παραλίες τις Ζακύνθου, και είπε με τσιριχτή φωνή:
-Επιτέλους!!!!!!
Η Κούλα και οι φίλες της, εφόσον έστρωσαν τις ψάθες και έβαλαν την ομπρέλα θαλάσσης, έβαλαν αντηλιακό. Αρχικά έκαναν ηλιοθεραπεία αλλά σε κάποια στιγμή η Κούλα κάηκε από τις καυτές ακτίνες του ήλιου και γι’ αυτό μπήκε στην αρκετά κρύα θάλασσα. Το παράδειγμα της ακολούθησαν και οι φίλες της.
Όταν χόρτασαν το κολύμπι και τις βουτιές τα κορίτσια, εκτός από την Κούλα που δεν ήξερε κολύμπι και καθόταν στα ρηχά, βγήκαν έξω και σκουπίστηκαν με τις πετσέτες. Αργότερα αποφάσισαν να παίξουν beach volley αλλά τελικά κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το βόλλεϊ ήταν επίπονο και όχι διασκεδαστικό, επειδή πατούσαν πάνω στις καυτές πέτρες και δεν μπορούσαν να κινηθούν με ευκολία. Γι’ αυτόν τον λόγο είπαν να αναβάλλουν το βόλλεϊ για κάποια άλλη φορά και να πάνε σε μία ταβέρνα για να δειπνίσουν.
Αφού χόρτασαν και από φαγητό μάζεψαν την ομπρέλα και τις ψάθες και πήραν τον δρόμο της επιστροφής.
Στο ξενοδοχείο έφτασαν απόγευμα, εφόσον αντί για GPS προτίμησαν και πάλι την Κούλα. Σημασία είχε ότι διασκέδαζαν αλλά και ότι περιηγήθηκαν στην δυτική πλευρά του νησιού ενώ η Δροσιά βρισκόταν στην ανατολική.
Μετά από μια εξαντλητική μέρα και αφού έκαναν μπάνιο στο ξενοδοχείο κατά τις 8 το βράδυ πήγαν στο εστιατόριο,  που βρισκόταν στην πίσω αυλή. Τότε η Κούλα τις πρότεινε να κάνουν μια βόλτα έτσι ώστε να γνωρίσουν λίγο καλύτερα το νησί.
Κατά την διάρκεια της βόλτας τους είδαν πολλά μαγαζιά αλλά και πολλούς ανθρώπους. Ψώνισαν, γέλασαν, διασκέδασαν και κάθισαν για λίγο στην πλατεία της πόλης. Ακόμα πήγαν σε ένα κλαμπάκι και τελικά κατά τις 2 το βράδυ αισθάνθηκαν κουρασμένες και γύρισαν στο ξενοδοχείο. Έτσι τέλειωσε και η δεύτερη μέρα των διακοπών. Τους είχαν απομείνει άλλες τρεις.
Πρωί της τρίτης μέρας, για την ακρίβεια μεσημέρι, και τα κορίτσια ξύπνησαν με διάθεση για μια μέρα γεμάτη διασκέδαση. Εφόσον είχε τελειώσει η ώρα που σέρβιραν το πρωινό τα κορίτσια αγόρασαν το πρωινό τους από τον διπλανό φούρνο και ανέβηκαν στο αυτοκίνητο με προορισμό την παραλία του Λαγανά.
Καθώς κατευθύνονταν στην αμμουδιά, τους σταμάτησε μια οργάνωση που προστάτευε αυτό το είδος των χελωνών και τις ενημέρωσε πως έπρεπε να αποχωρήσουν από την παραλία πριν από την δύση του ηλίου, επειδή τότε εμφανίζονταν οι χελώνες. Η Κούλα εκτός των άλλων ήταν και ζωόφιλη και γι’ αυτό τους διαβεβαίωσε ότι θα ακολουθούσαν τις συμβουλές τους.


 
Κεφάλαιο 3ο
 
Η Κούλα σε κίνδυνο!
 
Η Κούλα ύστερα από αυτήν την ενημέρωση κατευθύνθηκε προς την παραλία όπου υπήρχαν ήδη τοποθετημένες ξαπλώστρες και ομπρέλες.
-Να επιστρέψουμε τις ομπρέλες και τις ψάθες στο αμάξι. Δεν θα μας χρειαστούν. ενημέρωσε τις φίλες της.
Επιστρέφοντας η Κούλα παρατήρησε πως πιο κάτω υπήρχαν θαλάσσια ποδήλατα, με τα οποία μπορούσαν να πάνε στα βαθιά της θάλασσας και να δουν θαλάσσιες χελώνες. Όλα τα κορίτσια συμφώνησαν και έτσι νοίκιασαν ένα για τις θαλάσσιές τους εξορμήσεις.
Μπροστά, στα πηδάλια, κάθισε η Κούλα και μια από τις τέσσερις φίλες της. Πέρασαν 20 λεπτά και η Κούλα τις ανακοίνωσε πως κουράστηκε και τότε άλλαξε θέση με μια φίλη της. Πέρασαν άλλα 10 λεπτά και:
-Μια χελώνα κορίτσια! φώναξε η Κούλα.
Όλες γύρισαν και είδαν μία πελώρια χελώνα να βρίσκεται δίπλα στο θαλάσσιο ποδήλατό τους.
-Κούλα βγάλε φωτογραφία την χελώνα! την παρακίνησαν οι φίλες της.
-Δεν μπορώ από εδώ θα πάω πιο κοντά. είπε
Και τότε για να βγάλει μια φωτογραφία έσκυψε τόσο πολύ που τελικά ακούστηκε ένα πλουφ! Ήταν η Κούλα που είχε πέσει στην θάλασσα.
-Δεν ξέρω κολύμπι! είπε η Κούλα
-Πιάσου από το χέρι μου! της παρότρυνε μια φίλη
Όμως η Κούλα εκείνη τη στιγμή είχε <<παγώσει>>. Δεν ήξερε τι να κάνει. Ήταν έτοιμη για τα χειρότερα.
 
              
Κεφάλαιο 4ο
Η διάσωση
 
Τα κορίτσια βλέποντας την Κούλα να τα έχει <<χάσει>>  τρομοκρατήθηκαν. Μη ξέροντας τι να κάνουν είδαν από μακριά κάποια αγόρια να κάνουν και εκείνα θαλάσσιο ποδήλατο.
-Βοήθεια! Βοήθεια! Η φίλη μας έπεσε στην θάλασσα και δεν ξέρει κολύμπι! πήρε το θάρρος και είπε ένα κορίτσι.
Τότε ένα από τα αγόρια βούτηξε και κατευθύνθηκε προς το μέρος της Κούλας.
-Πρέπει να είναι κολυμβητής. υπέθεσε η Κούλα που μισοέβλεπε ανάμεσα από τα κύματα το αγόρι να καταφτάνει με μεγάλη ταχύτητα.
Λίγη ώρα σιωπής και ύστερα:
-Σ’ έπιασα! ακούστηκε το αγόρι που είχε πιάσει την Κούλα και την είχε ανεβάσει στο ποδήλατο.
Η Κούλα τότε άρχισε να βήχει, είχε πιει πολύ νερό άλλωστε την ώρα που ήταν στην θάλασσα.
-Είσαι καλά; ρώτησε το αγόρι
-Ναι πολύ καλύτερα από εκεί! Ευχαριστώ! απάντησε η Κούλα.
-Πώς σε λένε; την ρώτησε το αγόρι.
-Κούλα. είπε
Ήταν η πρώτη φορά που αισθανόταν την καρδιά της να χτυπά τόσο δυνατά. Αυτό δεν οφειλόταν φυσικά στο ατύχημα που είχε. Αυτός ο χτύπος διέφερε από κάθε άλλο χτύπο. Ήταν όπως τον χτύπο που έχεις όταν βρίσκεσαι σε αμηχανία, όπως τον χτύπο του έρωτα.
Ύστερα από λίγο συνέχισε:
-Εσένα πως σε λένε;
-Σπύρο. απάντησε το αγόρι με ένα χαμόγελο. Αλήθεια πώς έπεσες στην θάλασσα;
Στη συνέχεια η Κούλα του διηγήθηκε τι είχε μεσολαβήσει ενώ ταυτόχρονα τα κορίτσια έκαναν πηδάλι. Μετά από λίγα λεπτά βρέθηκαν και πάλι στην αμμουδιά και γεμάτη χαρά η Κούλα ανακοίνωσε πως δεν θα έμπαινε ποτέ σε θάλασσα τόσο βαθιά, ειδικά με ποδήλατο.
-Λοιπόν Κούλα ελπίζω να τα ξαναπούμε! Χάρηκα για την γνωριμία. είπε ο Σπύρος και με ένα χαμόγελο έφυγε.


 
Κεφάλαιο 5ο
 
Ο έρωτας της Κούλας
 
-Ερωτεύτηκα! ανακοίνωσε στα κορίτσια η Κούλα
Τα κορίτσια μπερδεμένα ανέβηκαν στο αυτοκίνητο και της είπαν ότι θα το συζητούσαν στο ξενοδοχείο.
Καθώς βρίσκονταν στον δρόμο για το ξενοδοχείο η Κούλα κοιτούσε σαν να ήταν χαμένη σε έναν άλλο κόσμο. Οι φίλες της παρ’ όλες τις προσπάθειες που κατέβαλλαν δεν κατάφεραν τίποτα. Μόνο όταν έφτασαν στο δωμάτιο και ρώτησε μία:
-Για πες λοιπόν τί έγινε με τον Σπύρο; Ξεκίνησε να μιλάει.
-Είναι από εδώ και είναι ένα χρόνο μεγαλύτερός μου!
-Και σπουδάζει ιατρική, ε ;
-Ναι, σπουδάζει ιατρική! Στο Λονδίνο!
-Το ακούσαμε! Και εμείς ήμασταν μαζί σου αν θυμάσαι. απάντησαν όλες μαζί.
-Α ναι. Το είχα ξεχάσει.
-Και τί θα κάνεις;
-Δεν ξέρω. Το μόνο που ξέρω είναι που μένει.
-Αύριο πρωί πρωί θα τον επισκεφτούμε τότε!
-Αλήθεια; Κορίτσια είστε πραγματικές φίλες.
-Καληνύχτα, αύριο έχουμε να ξυπνήσουμε νωρίς.
-Καληνύχτα! Ευχήθηκε η Κούλα και με το που έκλεισε τα μάτια της την πήρε ο ύπνος.


 
 
 
Κεφάλαιο 6ο
Η συνάντηση Κούλας-Σπύρου
 
Πρωί πρωί της τέταρτης μέρας των διακοπών ακούστηκε μια φωνή:
-Άντε κορίτσια ξυπνήστε! 8 πήγε!
Ήταν η Κούλα που από τον ενθουσιασμό της είχε ήδη ντυθεί και τραβούσε τις φίλες της να σηκωθούν απ’ το κρεβάτι.
Πέρασε ένα μισάωρο και η Κούλα δεν άντεχε άλλο:
-Άντε κορίτσια ακόμα να ετοιμαστείτε;
-Φύγαμε! της ανακοίνωσαν τα κορίτσια και η Κούλα ησύχασε.
Τα κορίτσια αφού μπήκαν στο αυτοκίνητο ρώτησαν την Κούλα:
-Πού είπες πως μένει;
-Στις Αλυκές!
-Οκ σε 10 λεπτά το πολύ θα έχουμε φτάσει!
10 λεπτά ησυχίας. 10 λεπτά ατελείωτα ακολούθησαν. Η καρδιά της Κούλας χτυπούσε όλο και περισσότερο. Ήξερε ότι σε λίγο θα βρισκόταν κοντά του.
-Εδώ μένει! Ακούστηκε η Κούλα.
-Ωραία! Κατέβα ντε τι περιμένεις; Την παρακίνησαν τα κορίτσια.
Η Κούλα πήρε μια βαθιά αναπνοή και:
-Καλή τύχη Κούλα! Είμαστε μαζί σου! Της ευχήθηκαν.
Αυτά σκεφτόταν η Κούλα. Παράλληλα ο Σπύρος βρισκόταν στο δωμάτιό του όταν κοίταξε από το παράθυρο:
-Ωχ, η Κούλα! Τι να κάνω τώρα; Δεν προλαβαίνω να φύγω! Θα ανοίξω την πόρτα και ας γίνει ότι είναι να γίνει!
 
<<Ντρινννννννννν>> ακούστηκε το κουδούνι της πόρτας του σπιτιού του Σπύρου.
 
-Αργεί να ανοίξει την πόρτα. Σκέφτηκε η Κούλα.
Τότε όμως από εκεί που δεν το περίμενε, ο Σπύρος άνοιξε την πόρτα.
-Επ, τι κάνεις; Πώς κι από δω;
-Σκέφτηκα πως θα είχες λίγο χρόνο να με ξεναγήσεις στο νησί. Τί λες;
-Εμ, ναι γιατί όχι; Περίμενε μόνο να πάρω τα κλειδιά του αυτοκινήτου.
-Οκ!
Με μία αστραπιαία κίνηση ο Σπύρος πήρε τα κλειδιά από το τραπέζι ενώ σκεφτόταν:                                
Επεξήγηση με σύννεφο: Τί να με θέλει άραγε; Πάντως δεν πιστεύω να ήρθε  μόνο για βόλτα. 
cartoon_boy.gif
 
 
 
 
-Έτοιμος. Λοιπόν; Πάμε;
-Ναι. Πού θα με πας; Αχ πάμε στην παραλία όπου πρωτογνωριστήκαμε;
-Εεεε ναι. Είπε ο Σπύρος ενώ ταυτόχρονα σκεφτόταν:
-Κάτι δεν πάει καλά! Για κάποιον άλλο λόγο ήρθε. Όμως για τι;
-Περάστε! Είπε ο Σπύρος όταν άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου και η Κούλα ανταπέδωσε με ένα χαμόγελο.
Μπήκε και ο Σπύρος στο αμάξι και η Κούλα άνοιξε το ραδιόφωνο.
 
 
-Δεν πιστεύω να σε πειράζει; Ρώτησε η Κούλα που είχε βάλει έναν σταθμό με ερωτικά τραγούδια και τα σιγοτραγουδούσε.
-Όχι, καθόλου. Είπε ο Σπύρος ενώ είχε αρχίσει να υποψιάζεται ότι η Κούλα μάλλον τον είχε ερωτευτεί.
 
Έφτασαν στην παραλία του Λαγανά και η Κούλα αναφώνησε:
-Να ‘μαστε πάλι!
-Κούλα πάω να πάρω καφέ θέλεις τίποτα;
-Ναι θα ‘θελα ένα milkshake.
-Απορώ αυτό το milkshake το είχε και στο χωριό της; Σκεφτόταν ο Σπύρος ενώ κατευθυνόταν προς μια καφετέρια.
423.jpg-Τώρα τί να κάνω; Σκεφτόταν η Κούλα που είχε μείνει στην παραλία. Πρέπει να κάνω κάτι για να του δείξω πως τον αγαπώ. Το βρήκα! Είπε χαρούμενη η Κούλα.
-Αυτή η καρδιά είναι ο τρόπος με τον οποίο θα του δείξω πως αισθάνομαι κάτι! Σκέφτηκε.
-Ήρθα! Ε Κούλα τί είναι αυτό;
-Σπύρο θα σου μιλήσω ειλικρινά. Από τη μέρα που σε γνώρισα σε σκέφτομαι συνέχεια! Αυτός είναι ένας τρόπος για να σου δείξω την αγάπη μου!
-Ναι Κούλα μου νομίζω πως πρέπει να μιλήσουμε γιατί μάλλον παρεξήγησες μερικά πραγματάκια!
-Όπως; Τί δεν σου άρεσε η καρδιά; Θα σου φτιάξω κι άλλες! Πολλές!
-Δεν με απασχολεί η καρδιά που έφτιαξες.
 - Ε τότε τί;
-Κοίτα επειδή σε έσωσα δεν σημαίνει πως τα φτιάξαμε! Δεν λέω είσαι καλή, χρυσή αλλά….
-Αλλά τί; Δεν σου αρέσω;
-Ακόμα είσαι μικρή και πας σχολείο. Εγώ σπουδάζω στο Λονδίνο. Δεν μπορούμε να είμαστε μαζί.
-Θα παρατήσω το σχολείο. Αυτός ο έρωτας ποτέ δεν θα πεθάνει.
-Εκτός αυτού Κούλα η αλήθεια είναι πως δεν μου αρέσεις. Συγγνώμη αλλά δεν μου άφησες άλλο περιθώριο.
-Και στο ποδήλατο που ήμασταν και μιλούσαμε; Όταν μου είπες που έμενες μου έκλεισες το μάτι. Γιατί;
-Α εκείνο λες; Είχε ήλιο και δεν μπορούσα να δω καλά. Λυπάμαι αν το παρεξήγησες.
-Δηλαδή δεν με θέλεις;
-Όχι. Εξάλλου έχω ήδη σχέση με μια Ρούλα.
-Τί Κούλα τί Ρούλα; Παράτα τη και εγώ θα σε συγχωρήσω που πήγες με άλλη!
-Κούλα σύνελθε! Δεν σε θέλω πως το λένε; Σε τι γλώσσα θες να σου το πω; I don’t want you! We are over!
-No we aren’t.
- Θα συνεχιστεί πολύ αυτό; Αντίο!
-Όχι, μη φεύγεις ανυπέρβλητε έρωτά μου!
-Κούλα είναι απλώς μια εμμονή. Θες την ιατρική μου συμβουλή; Πάνε σπίτι με το καλό, βγες έξω και γνώρισε κανένα στην ηλικία σου και που θα τραβάει την ίδια τρέλα με σένα! Αντίο!
-Κι αν δεν πιάσει;
-Πάρε αυτό το κουτάκι με τα χάπια και πιες τα όλα μαζεμένα. Θα αισθανθείς πολύ καλύτερα! Αντίο! Ή αν προτιμάς au revoir!
 
Είχε φύγει. Η Κούλα το είχε πάρει απόφαση. Παρά τις μάταιες προσπάθειές της να τον μεταπείσει εκείνος έφυγε. Σκέφτηκε:
-Το γαϊδούρι!
Τότε κάλεσε ένα ταξί και επέστρεψε στο ξενοδοχείο.
-Τί έγινε; Τί σου είπε;
-Μου είπε ότι ακόμα και αν βλέπει όλο το μέλλον του στα μάτια μου πως δεν μπορούμε να ‘μαστε μαζί, γιατί μου αξίζει κάποιος καλύτερος.
-Και εσύ; Τί έκανες;
-Του είπα ‘’Mωρό μου bye’’ και του τραγούδησα ‘’τα περαστικά μου παλιέ έρωτά μου και στην αγκαλιά μου μην έρθεις ξανά. Τα περαστικά μου και πίνω στην υγειά μου. Σ’ έχω ξεπεράσει και είμαι καλά!’’
-Και εκείνος;
-Έφυγε και ένα δάκρυ κυλούσε στο μάγουλό του.
-Α ρε Κούλα όλοι σέρνονται στα πατώματα για χάρη σου!
-Ε καλά! I’m fabulous! I know that! Είπε η Κούλα από ντροπή στις φίλες της.
 
 



Κεφάλαιο 7ο
 
Το τέλος αυτής της πονεμένης ιστορίας
 
Πλέον είχε φτάσει η μέρα της αναχώρησης. Η Κούλα ήταν λυπημένη κι ας προσπαθούσαν οι φίλες της να ανατρέψουν αυτή τη κατάσταση, χωρίς να ξέρουν τον λόγο. Αυτή άλλωστε είχε παρατήσει τον Σπύρο, όπως τις είχε πει. Αφού μάζεψαν τα πράγματά τους πήγαν στο λιμάνι. Μετά από πολλές ώρες ταξιδιού τελικά έφτασαν στο σπίτι τους η καθεμία.
Η μαμά της Κούλας κατάλαβε πως κάτι είχε η κόρη της, παρ’ όλα αυτά απέφυγε να την ρωτήσει τι είχε πάθει. Δεν ήταν όπως τις άλλες φορές που έπαιρνε ένα κακό βαθμό στο σχολείο. Ήταν κάτι πιο έντονο. Κάτι που η μαμά της αποφάσισε να την αφήσει να το ξεπεράσει μόνη της. Όποτε προσπαθούσε να ενδιαφερθεί συνέβαινε το ακόλουθο:
-Κούλα παιδί μου είσαι καλά;
-Go away! Leave me alone!
-Ό,τι πεις παιδί μου!
Από τότε η Κούλα κάθε φορά που κρατούσε στα χέρια της το κουτάκι με τα χάπια  και άκουγε το τραγούδι ‘’Είναι καλοκαίρι και κρυώνω’’ , ένα τραγούδι με βαθύ νόημα, θυμόταν εκείνη την ημέρα. Σκεφτόταν μάλιστα να ακολουθήσει τη συμβουλή του Σπύρου . Παρ’ όλα αυτά σκεφτόταν:
-Κι αν κάποια μέρα γυρίσει και με ψάξει απεγνωσμένα;
Ο Σπύρος απ’ την άλλη είχε βρει την ησυχία του. Είχε γυρίσει στο Λονδίνο όπου συζούσε με την Ρούλα. Από εκείνη την ημέρα αποφάσισε να μην επισκεφτεί ποτέ ξανά την Ζάκυνθο. Πίστευε πως ήταν ένα μέρος που θα του θύμιζε για πάντα εκείνη την παρανοϊκή ημέρα.
ΤΕΛΟΣ